ads

Slider[Style1]

Style2

Style3[OneLeft]

Fashion & Beauty

Style4

Style5



Κάπου μεταξύ της παλιάς μυθολογίας της και των νέων σχεδίων ανάπλασης, η περιοχή αντιμετωπίζει τις προκλήσεις της εποχής: πεζοδρομήσεις, έλλειψη πάρκινγκ, μπαράκια και κτίρια που μετρούν περασμένα μεγαλεία.



Η λεγόμενη «μπλε ώρα» των φωτογράφων είναι η πιο μεταιχμιακή αλλά και ιδανική. Είναι το κενό μεταξύ της αποβάθρας της νύχτας και του συρμού της ημέρας που μόλις σβήνει. Είναι το ενδιάμεσο όπου οι φωτογράφοι θυμούνται πως είναι και καλλιτέχνες. Και η «μπλε ώρα» στην Τρούμπα, καθώς από τη Νοταρά κοιτάς προς τη θάλασσα, είναι η πιο αντιπροσωπευτική της φορτισμένης περιοχής. Εκείνη την ώρα, εξάλλου, οι πρωινές δουλειές εκπνέουν και το κομμάτι που οριοθετείται από τη 2ας Μεραρχίας έως την οδό Σκουζέ και τις παράλληλες οδούς Φίλωνος και Νοταρά ερημώνει, σκοτεινιάζει.
Είναι αυτή η ώρα στην Τρούμπα που προλαβαίνω το νέο μπιστρό Le Noir στη Φίλωνος ανοιχτό. Στις εξίμισι οι δύο κοπέλες που το κρατούν κατεβάζουν ρολά. «Είδαμε μια τροχιά ανάπτυξης, αλλά θέλει ακόμη δουλειά» μου λέει η Αναστασία που είναι η ψυχή του μαγαζιού. Η άφιξή του, όπως και του απέναντι ιταλικού Speranza και των Troubar (εδώ γίνονται και λάιβ) και Lola's Βar, αιμοδότησε πρόσφατα την περιοχή με ένα φρέσκο αεράκι επιχειρηματικότητας καλόγουστων μαγαζιών. Ας μη γελιόμαστε όμως. Δεν έχει υπάρξει εδώ μια «άνοιξη» τύπου Ψυρή. Η Τρούμπα σήμερα βρίσκεται σε μια μετέωρη στιγμή. Ο σπασμός της παλιάς ζωής, το φορτισμένο παρελθόν των καμπαρέ και των πορνείων και τα θρυλικά οικήματα όπως του Σικάγου ή του Μιλάνου, που ανασαίνουν πληγωμένα στο ελληνικό κάποτε Soho, μοιάζουν να συνυπάρχουν με τις δειλές δονήσεις του σήμερα.

Το αμήχανο παρόν
Στο σκηνικό των δύο βασικών δρόμων (στη Νοταρά κάποτε ήταν τα πορνεία και στη Φίλωνος τα καμπαρέ και τα μπαρ όπου ξεθύμαιναν ο Εκτος Στόλος των Αμερικανών, τα παιδιά της επαρχίας και ο ανδρικός πληθυσμός του άστεως) μοιάζει να παλεύει το φορτίο των χιλιάδων ιστοριών πληρωμένου έρωτα, γλεντιού και αθωότητας με το αμήχανο παρόν στο οποίο προστέθηκαν οι πρόσφατες πεζοδρομήσεις, που πάντως έκαναν πιο δύσκολη την πρόσβαση με αυτοκίνητο δεδομένου πως και τα πάρκινγκ είναι ακόμη ελάχιστα. «Τώρα προσπαθούν να αναβιώσουν κάποια μαγαζιά, όμως δεν έχει διατηρηθεί η μυρωδιά εκείνης της εποχής. Εγώ δεν πρόλαβα τα "σπίτια" - αυτά τα έκλεισε ο δήμαρχος Σκυλίτσης. Τα μπαράκια όμως και ο απόηχος της παλιάς Τρούμπας υπήρχαν μέχρι και το 1990» μου λέει ο Βασίλης Πισιμίσης. Λαϊκός, πηγαίος, με πάθος για την ιστορία του Πειραιά, συνέγραψε το 2010 το βιβλίο «Βούρλα - Τρούμπα» με μαρτυρίες και καταγραφή των περιοχών. Ο ίδιος, εξάλλου, από 14 ετών γυρνούσε στην περιοχή με καροτσάκι και έδινε φύλλο για κανταΐφι, κάτι που κόμισε ως εμπειρία και στο βιβλίο του. «Μετά το 1990 φέρανε τον ΟΚΑΝΑ στην Τρούμπα, ούτε εμένα μου άρεσε. Το βράδυ σκιαζόσουν να περάσεις από εκεί, ερήμωνε. Τώρα έχει "κωλάδικα", ξενοδοχεία, παλιά είχε νησιώτικα καφενεία που εξυπηρετούσαν τον μετακινούμενο πληθυσμό των νησιωτών. Μακάρι να γίνει η ανάπλαση, μακάρι να βρει το χρώμα της, αλλά έχουν αλλάξει οι εποχές και δεν πρέπει να γίνει κακέκτυπο του εαυτού της» συμπληρώνει ο Πισιμίσης. Και η αλήθεια είναι πως οποιαδήποτε αναπαράσταση του παλιού κλίματος ενέχει πάντα τον κίνδυνο του νεοφολκλόρ.
Τι είναι αυτό που αναχαιτίζει όμως προς το παρόν την αναβίωση της περιοχής; «Θες 50 ευρώ το βράδυ για να βγεις εδώ. Λεφτά δεν υπάρχουν και οι ναυτικοί έχουν λιγοστέψει» μου λέει ο Γιάννης, συνταξιούχος ναυτικός από την Ορεστιάδα που βγαίνει από ένα καφενείο με ελενίτ απέναντι από την εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Και η αλήθεια είναι πως η Τρούμπα μοιάζει ακόμη δέσμια της μυθολογίας της, οι δρόμοι της μοιάζουν ακινητοποιημένοι σε ένα προ τριαντακονταετίας παρελθόν. Με μια βασική λεπτομέρεια όμως: η περιοχή δεν είναι σήμερα μια εμπορική - νυχτερινή αρτηρία, αλλά διασώζει μια λαϊκότητα που, παρά το φορτίο της, δεν έχουν ακόμη ανακαλύψει ολοκληρωτικά τα free press και οι χίπστερ.

Παλιά και νέα στέκια
Το πολυεθνικό χρώμα θυμίζει πως η Τρούμπα βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από το λιμάνι. Στη Νοταρά βλέπω πακιστανικό κουρείο. Ο ιδιοκτήτης λέγεται Ριγμάνα, είναι από το Ισλαμαμπάντ και είναι τρία χρόνια εδώ. Κουρεύει με πέντε ευρώ. «Ετσι και έτσι πάει η δουλειά» μου λέει καθώς κουρεύει έναν συμπατριώτη του. Η Νοταρά έχει και το περίφημο ταϊλανδέζικο εστιατόριο Rouan Thai, το μπαρ με κονσοματρίς Λευκές Νύχτες (από μέσα ακούγεται δυνατά Πάνος Κιάμος), μερικά ακόμη «κωλάδικα», το ερείπιο του ιστορικού καμπαρέ Μιλάνο (μέσα φαίνονται ακόμη οι καναπέδες και οι τιμοκατάλογοι), τα γραφεία του ναυτεργατικού σωματείου Στέφενσον και το μεγάλο βιβλιοπωλείο-χαρτοπωλείο του Λευτέρη Μπαστάνογλου στη γωνία της Μπουμπουλίνας. «Δεν μπορείς να πεις πως εδώ γίνεται σκηνικό τύπου "Κόκκινα φανάρια" ή το γλέντι και ο χαμός που προλάβαμε πιτσιρικάδες. Τώρα είναι κάπως καλύτερα, αν και δεν υπάρχει κόσμος. Τα τελευταία χρόνια έφυγαν από εδώ και πολλές ναυτιλιακές εταιρείες που μεταφέρθηκαν οι περισσότερες πίσω από το Ευγενίδειο. Αυτό που είναι ζωντανό σήμερα εδώ είναι κυρίως τα περίπου δέκα ξενοδοχεία από το Πρότυπο Ζάννειο Σχολείο μέχρι τον Αγιο Νικόλαο. Από αυτά περνάνε ναυτικοί, νησιώτες (εδώ μπροστά έχουμε την πύλη όπου αράζουν τα καράβια από Δωδεκάνησα) αλλά και τουρίστες όλη την εποχή. Εγώ πρόλαβα την Τρούμπα στις δόξες της.
Ηταν πολύ ανθηρή οικονομικά, από εδώ πλούτισε πολύς κόσμος και έσβησε επί Σκυλίτση. Βέβαια το κλείσιμο των πορνείων που αποφασίστηκε τότε δεν επέφερε άμεσα και το κλείσιμο των μπαρ, τα οποία κράτησαν για καιρό. Το κορυφαίο ήταν οι 45 Γιάννηδες. Ακόμη και αυτοί που σήμερα έχουν εδώ μαγαζιά είναι γενιές από τότε» μου λέει στην Μπουμπουλίνας ο Λευτέρης Μπαστάνογλου, βέρος Πειραιώτης, από το 1973 στην Τρούμπα και πιο παλιά με περίπτερο δικό του στην Ακτή Μιαούλη. «Από εδώ ξεκινάγανε τα πολλά "σπίτια"» μου λέει με νόημα και στέκεται στην πόρτα του μαγαζιού του στη γωνία Μπουμπουλίνας και Νοταρά.

Ούτε ένας οίκος ανοχής
Με τριάντα πλοία να δένουν κάθε ημέρα στον Πειραιά και με πολύ περισσότερα το καλοκαίρι, η ακτοπλοΐα παραμένει ο μοχλός ζωής. Βέβαια, η πρόσφατη άφιξη πολεμικού πλοίου από Αμερική δεν είχε τα αναμενόμενα προσοδοφόρα αποτελέσματα για την Τρούμπα αφού πια λιγοστοί ναύτες περπάτησαν στη Νοταρά ή της Φίλωνος προς αναζήτηση γυναικών. Να ξεκαθαρίσουμε πως η περιοχή δεν έχει πια ούτε έναν οίκο ανοχής. Και πολλοί ναύτες επέλεξαν να πάνε προς Γκάζι μεριά. Ας μην ξεχνάμε πως ζούμε στην εποχή του Ιντερνετ και η πιο update πληροφορία τούς διακτίνισε σε άλλα πια μέρη. «Και παλιά, ο Εκτος Στόλος ήταν στο Φάληρο. Οι ναύτες έρχονταν με λάντζες στο Πασαλιμάνι και οι κράχτες τούς πήγαιναν στην Τρούμπα. Μη νομίζετε όμως πως όλοι οι ναύτες ήταν Αμερικανάκια. Πολλοί πούλαγαν τρανζίστορ, ρολόγια, τσιγάρα λαθραία, έβγαζαν χαρτζιλίκι και αυτό το χαρτζιλίκι έτρωγαν εκεί» μου λέει ο Πισιμίσης που ξέρει την Τρούμπα σαν την παλάμη του.
Στρίβοντας από την Μπουμπουλίνας για τη Φίλωνος μετρώ τις εναπομείνασες ναυτιλιακές εταιρείες, μερικά καφενεία και το τσοντοσινεμά Ολυμπίκ που μετρά εδώ δεκαπέντε χρόνια.
Οι ταμπέλες για έντυπα πλοίων μπλέκονται με τα φώτα από τα «κωλάδικα» όπως το No Name ή το Nostos, ενώ στο τέρμα της Φίλωνος, πριν από τον Αγιο Νικόλαο, παρατηρώ και την άφιξη του σύγχρονου sex cinema με πριβέ καμπίνες με τίτλο Blue Vision. Η παλιά ζωή και η καινούργια σε απόλυτη συνύπαρξη. «Η Τρούμπα ήταν πάντα χώρος στον οποίο ήξερες πού πήγαινες, ήξερες τι ήθελες, χώρος με κώδικες που ισχύουν ακόμη.
Οταν έγραφα το βιβλίο μου, έψαχνα στοιχεία και μαρτυρίες και δεν μίλαγε κανείς αφού ακόμη ζούσαν και ζουν νταβατζήδες, πόρνες, αδελφές και δεν σε εμπιστεύονταν» συμπληρώνει ο Πισιμίσης. Και είναι αλήθεια πως η «ενέργεια» της ηρωικής εποχής ηλεκτρίζει ακόμη τον παρατηρητικό και προσεκτικό επισκέπτη.


About likestylemag

This is a short description in the author block about the author. You edit it by entering text in the "Biographical Info" field in the user admin panel.
«
Next
Νεότερη ανάρτηση
»
Previous
Παλαιότερη Ανάρτηση

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Post a Comment


Top